Συνέντευξη στην Αθηνά Κοροβέση
Οι σκιές μακραίνουν κι εγώ είμαι ακόμα εδώ…
Αυτή τον στίχο αντικρίζει το θεατρόφιλο κοινό όταν διαβάσει την πίσω όψη του διαφημιστικού φυλλαδίου της «Πόλης». Ο στίχος από το τραγούδι του Bob Dylan «Δεν έχει σκοτεινιάσει ακόμη» εισάγει τον θεατή με τον πιο κατατοπιστικό τρόπο στην πλοκή του θεατρικού έργου για το οποίο θα μιλήσουμε ευθύς αμέσως.
Πρόκειται για ένα έργο παλιό, αλλά ίσως πιο επίκαιρο από ποτέ, όπως θα μας αναφέρει παρακάτω η πρωταγωνίστριά του.
Η όμορφη «Ελισάβετ» δέσμια της πλήξης που προκαλεί η σκοτεινή «Πόλη» εφευρίσκει με τον σύζυγό της έναν απολαυστικό τρόπο να περνάει τα βράδια της. Το ζευγάρι αφήνεται σε ένα «κυνήγι προσώπων» που θα αποτραβήξουν από πάνω τους τη μιζέρια της καθημερινότητας και θα τους προσδώσουν λίγη παραπάνω χαρά, περισσότερη ευχαρίστηση, και εν τέλει θα τους αφαιρέσουν το συναίσθημα της μοναξιάς. Οι φιλοξενούμενοί τους – «θύματα» αυτού του καθοριστικού για την επιβίωση του ζευγαριού, παιχνιδιού, δεν θα μπορούσαν να φανταστούν το παιχνίδι εντυπώσεων του Κίμωνα και της Ελισάβετ.
Ο συμπρωταγωνιστής της Φιλίππα Ταμπάρη και του Νίκου Γεωργάκη, ο φωτογράφος – Στέλιος Γεράνης πέφτει στην «παγίδα» του πειστικού Κίμωνα και της «πανούργας» Ελισάβετ και ανοίγει τη ψυχή του στο ζευγάρι.
Το σκηνικό της παράστασης, μουντό, όπως αρμόζει στην εμβληματική «Πόλη» της μίας και μοναδικής Λούλας Αναγνωστάκη.
Η σύγχρονη εκδοχή του έργου που ανέβηκε για πρώτη φορά από τον Κάρολο Κουν το 1965, ξαναζωντανεύει στο σανίδι. Οι τρεις πρωταγωνιστές του καθηλώνουν το κοινό και πετυχαίνουν αυτό που κάθε παράσταση επιδιώκει. Να αποτελέσουν μία κοιτίδα προβληματισμού για τις προσκλήσεις της σήμερον εποχής και να θέσουν ερωτήματα, πρωτίστως για τη σχέση μας με τον ίδιο μας τον εαυτό.
Μαζί με το θρυλικό θεατρικό έργο, ζωντανεύει και η δημιουργός του, η Λούλα Αναγνωστάκη. Η θεατρική συγγραφέας και μία από τις σπουδαιότερες γυναικείες μορφές των ελληνικών γραμμάτων, θα ήταν αναμφίβολα περήφανη για την «Πόλη» του 2018 σε σκηνοθεσία Νίκου Γεωργάκη.
Η Φιλίππα Ταμπάρη ως Ελισάβετ, ενσαρκώνει όμως, εκτός από τον ρόλο που υποδύεται, και την δημιουργό του έργου, καθώς όπως μας λέει «η Λούλα είχε στοιχεία και από τον Κίμωνα και από την Ελισάβετ».
Η νεαρή ηθοποιός που ξεχωρίζει με τον πρωταγωνιστικό της ρόλο, μας μιλάει για την «Πόλη», για την επικαιρότητα του έργου, για τις δυσκολίες του επαγγέλματος, αλλά και την χαρά του να είσαι ηθοποιός, παρά την κρίση που χτύπησε και το θέατρο. Μας μιλάει ακόμη για το «πιστό» κοινό του θεάτρου και για τον χώρο της δημοσιογραφίας από τον οποίο πέρασε κάνοντας τα πρώτα επαγγελματικά της βήματα, αποχαιρετώντας ένα Μεγάλο Κανάλι στο οποίο εργάστηκε, το MEGA.
Πέραν όλων όμως, μας μιλάει για την Λούλα Αναγνωστάκη, και για τον ρόλο-πρόκληση που υποδύεται, από το σανίδι του «Θεάτρου Αλκμήνη».
Αθηνά Κοροβέση: Kυρία Ταμπάρη, πείτε μας λίγα λόγια για την παράσταση, τί επιδιώκει το θεατρικό έργο να περάσει στο κοινό του, επιχειρώντας επίσης και τον πρώτο απολογισμό του.
Φιλίππα Ταμπάρη: Είναι πολύ νωρίς ακόμα για να πω κάτι. Θεωρώ ότι η Λούλα Αναγνωστάκη έχει το κοινό της. Πρόκειται για ένα κοινό που πάντα θα πάει να δει έργα της, θα ψάξει γι΄ αυτά. Το έργο έκανε πρεμιέρα στις 12 Νοεμβρίου και οι παραστάσεις θα συνεχιστούν μέχρι τον Ιανουάριο. Τη Δευτέρα 26 Νοεμβρίου έχουμε την επίσημη πρεμιέρα και θέλω να πιστεύω ότι όλα θα πάνε καλά. Είμαι αισιόδοξη.
Η παράσταση μιλάει για ένα ζευγάρι, την Ελισάβετ και τον Κίμωνα. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι θυμίζει τα έργα του Χάρολντ Πίντερ. Θυμίζει κάπως το πιντερικό έργο «Ο Εραστής». Το ζευγάρι προσπαθεί να γλυτώσει από την πλήξη του, φιλοξενώντας κόσμο στο σπίτι του. Ο φωτογράφος είναι η αντανάκλαση της σχέσης της Ελισάβετ με τον Κίμωνα, κάτι που είχε τονίσει και η Λούλα Αναγνωστάκη σε συνέντευξή της που προβλήθηκε στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών, στο αφιέρωμα που της έκαναν στα «Δωμάτια μνήμης. Περιπλάνηση στον κόσμο της Λούλας Αναγνωστάκη» και το οποίο είχα την χαρά να παρακολουθήσω. Πρόκειται ουσιαστικά για την αντανάκλαση της σχέσης της με τον Κίμωνα και γενικότερα την αντανάκλαση της ζωής τους.
Το έργο έχει και κοινωνικές αναφορές. Αλλά εμείς εστιάσαμε περισσότερο σε ό,τι αφορά στον άνθρωπο, στις διαπροσωπικές σχέσεις, στις σχέσεις με την οικογένεια και κυρίως, στην σχέση με τον εαυτό μας.
Α.Κ.: Πως λειτούργησε η Πόλη για τη δική σας ψυχοσύνθεση; Βρίσκετε κοινά στοιχεία με την πρωταγωνίστρια;
Φ.Τ.: Πάντα ήθελα να παίξω Λούλα Αναγνωστάκη και ειλικρινά η παράσταση αποτελεί πολύ μεγάλη πρόκληση για μένα. Δεν θα έλεγα ότι έχω κοινά στοιχεία, παρά το ότι είμαι από τη Θεσσαλονίκη και τα μέρη που αναφέρονται στο έργο τα έχω περπατήσει. Γενικότερα όμως δεν βρίσκω κάτι κοινό. Ίσα ίσα αυτό ήταν και η απόλυτη πρόκληση, το ότι δεν βρίσκω κοινά σημεία με εμένα.
Α.Κ.: Το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά το 1965. Στη σημερινή εποχή, της τεχνολογικής έξαρσης, στην εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης όπου πολλοί είναι κλεισμένοι στον εαυτό τους, είναι εύκολο να έρθει ένας άνθρωπος, ένα ζευγάρι στη θέση των πρωταγωνιστών του έργου;
Φ.Τ.: Σωστά, το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά το 1965 από τον Κάρολο Κουν. Ήταν εκείνος που πίστεψε στο έργο και το ανέδειξε μέσα από τη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης.
Αναφορικά με την εποχή της τεχνολογικής έξαρσης στην οποία ζούμε, θα έλεγα ακριβώς, και με την ερώτησή σας μου δίνετε ακριβώς την αφορμή για να πω ότι, τώρα είναι περισσότερο εύκολο ένα ζευγάρι να έρθει στην κατάσταση των πρωταγωνιστών της «Πόλης», καθώς μέσα από μία τέτοια πρακτική προσπαθεί να ξεγελάσει την πλήξη του. Από τις συναναστροφές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορείς να γνωρίσεις κόσμο και να τον προσκαλέσεις για να ξεπεράσεις την εν λόγω πλήξη. Ωστόσο, όσο περισσότερο ασχολείσαι με τα social media τόσο περισσότερη μοναξιά νιώθεις, γεγονός που κάνει πιο εύκολη την πρόσκληση σε άλλα άτομα.
Α.Κ.: Η Αθήνα θα μπορούσε να είναι αυτή η Πόλη; Έχει τέτοιου είδους χαρακτηριστικά;
Φ.Τ.: H Θεσσαλονίκη νομίζω είναι η κατάλληλη πόλη για να ενσαρκώσει την «Πόλη» της Λούλας Αναγνωστάκη. Η αύρα της Θεσσαλονίκης είναι ενδεικτική του κλίματος της εποχής του 1965. Πιο σκοτεινή, με αναφορές που ταιριάζουν απόλυτα στο σκηνικό που βάζει τους πρωταγωνιστές της η Αναγνωστάκη. Αποτυπώνει ακριβώς την πόλη που περιγράφει η Ελισάβετ. Περισσότερο κοσμοπολίτισσα και «βάρβαρη».
Α.Κ.: Κεφάλαιο «Λούλα Αναγνωστάκη». Πώς νιώθετε να είστε η πρωταγωνίστρια του έργου της;
Φ.Τ.: Είναι μεγάλη μου η χαρά που παίζω σε ένα έργο της και νομίζω όλοι οι ηθοποιοί θα θέλαμε να παίξουμε στα δικά της έργα. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως μας έχει αναφέρει και η Κατερίνα Μαραγκουδάκη, η διευθύντρια φωτισμού, η Λούλα έχει στοιχεία και από τους δύο πρωταγωνιστές, και η Ελισάβετ και ο Κίμωνας. Οπότε είναι μεγάλη η τιμή και η χαρά μου
Α.Κ.: Όλοι μας γνωρίζουμε τις δυσκολίες του επαγγέλματός σας. Πόσο μάλλον αν ο ηθοποιός βιοπορίζεται μόνο από το θέατρο. Είναι όλα τόσο απαισιόδοξα; Η ο κόσμος δίνει πάλι ψήφο εμπιστοσύνης στο σανίδι;
Φ.Τ.: Υπάρχει μία κρίση γενικότερη. Δεν είναι μόνο το επάγγελμα του ηθοποιού, αλλά και πολλά άλλα επαγγέλματα που ‘χτυπήθηκαν» από την κρίση. Εγώ πιστεύω ότι εάν είσαι άνθρωπος που αγαπάς το θέατρο, θα πας να παρακολουθήσεις παραστάσεις. Το τηλεοπτικό κοινό που βλέπει τα σήριαλ, δεν νομίζω ότι είναι κοινό θεάτρου. Το θεατρόφιλο κοινό ενημερώνεται για τις παραστάσεις και είναι πιο «ψαγμένο» αν μου επιτρέπεται η έκφραση. Οπότε θεωρώ ότι παρά τη κρίση, το κοινό του θεάτρου πάντα δίνει «ψήφο εμπιστοσύνης».
Α.Κ.: Mεταξύ της δημοσιότητας που παρέχει η τηλεόραση και της πιο προσωπικής σχέσης ηθοποιού-θεατή στο θέατρο, ποια προτιμάτε;
Φ.Τ.: Δεν έχω βιώσει τη δημοσιότητα για να μπορώ να διαλέξω. ‘Εχω συμμετάσχει σε τηλεοπτικές σειρές, βλέπω τον κόσμο να με χαιρετάει. Σε κάθε περίπτωση, το θέατρο είναι κάτι το ιδιαίτερο. Ο θεατρικός ηθοποιός έχει μία πιο «ώριμη» επαφή με το κοινό συγκριτικά με την πιο επιφανειακή επαφή που έχει ένας τηλεοπτικός ηθοποιός.
Α.Κ.: Δημοσιογραφία και ηθοποιία: Yπάρχουν κοινά στοιχεία; Και ποιο από τα δυο είναι πιο εξαντλητικό από πλευράς ωραρίων;
Φ.Τ.: To κοινό είναι ότι και στα δύο εσύ έχεις την ευθύνη. Αλλά γενικά δεν βρίσκω κοινά στοιχεία. Ο δημοσιογράφος καλείται να είναι ο εαυτός του, στην ηθοποιία καλείσαι να υποδυθείς. Ξεχνάς τον εαυτό σου στην σκηνή και κάνεις κάποιον άλλο. Σίγουρα βάζει κάποια στοιχεία από τον χαρακτήρα σου, αλλά μέχρι εκεί.
Αναφορικά με τα ωράρια, και τα δύο επαγγέλματα είναι το ίδιο εξαντλητικά. Και ο δημοσιογράφος θέλει μεγάλη δύναμη, και «γερό στομάχι» και να έχει αντοχές, το ίδιο ισχύει και για τον ηθοποιό.
Α.Κ.: Ποια είναι η μεγαλύτερη χαρά που εισπράττετε μετά το τέλος της κάθε παράστασης και τι είναι αυτό που σας κάνει να ανυπομονείτε, αν αυτό υπάρχει, για την επόμενη.
Φ.Τ.: Η χαρά μου είναι να βλέπω το θέατρο γεμάτο. Όταν βλέπεις την ανταπόκριση του κοινού είναι ό,τι το καλύτερο. Δεν είναι ωραίο να παίζει για πέντε άτομα. Όπως και για τον δημοσιογράφο είναι όμορφο να εισπράττει την ανταπόκριση του κόσμου. Αυτό λοιπόν είναι και εκείνο που με κάνει να αναμένω την επόμενη παράσταση.
Α.Κ.: Τί θα λέγατε στο κοινό ώστε να το προέτρεψε να παρακολουθήσει θέατρο;
Φ.Τ.: Θα απαντήσω με μία μόνο φράση. Το θέατρο κάνει καλό στην ψυχή μας!
Αυτό νομίζω αρκεί για να αποτελέσει την καλύτερη προτροπή.
Α.Κ.: Πριν δύο ημέρες το MEGA σταμάτησε να εκπέμπει και από τη NOVA. Ποια είναι τα συναισθήματά σας για το κανάλι στο οποίο έχετε εργαστεί, και με ποιες μνήμες αποχαιρετάτε το Μεγάλο Κανάλι;
Φ.Τ.: Συνεργάστηκα με τον Κώστα Αρβανίτη και μετά με τον Αντώνη Λιάρο και τη Λίζα Δουκακάρου στην εκπομπή τους στην πρωινή ζώνη του ΜΕGA. Είναι πολύ λυπηρή αυτή την έκβαση για ένα κανάλι. Το MEGA ήταν τα νιάτα μας. Όπως ήταν παλιά η ΕΡΤ για τους γονείς μας, έτσι ήταν το MEGA για εμάς, μεγαλώσαμε με το πρόγραμμά του, με τις σειρές του. Μακάρι να μην ερχόταν αυτή ημέρα, και είναι άκρως λυπηρό για το ανθρώπινο δυναμικό του καναλιού, για τους ανθρώπους που έχασαν τις δουλειές τους, κυρίως οι τεχνικοί που είναι δύσκολο να βρουν αλλού δουλειά. Το Μεγάλο Κανάλι προσωπικά το αποχαιρετώ ως τηλεθεατής, όπως όλος ο κόσμος.
Α.Κ.: Tα επόμενα επαγγελματικά σας βήματα;
Φ.Τ.: Προς το παρόν είμαι αφοσιωμένη στην «Πόλη». Συζητάω για μία ταινία για το καλοκαίρι, και για οτιδήποτε άλλο είναι ακόμα νωρίς για να πω κάτι.
Α.Κ.: Και τέλος ποια είναι τα όνειρα σας για το θέατρο;
Φ.Τ.: Τα όνειρά μου για το θέατρο είναι να κάνω καλές παραστάσεις και να βελτιωθώ. Το θέατρο σε βελτιώνει και σαν άνθρωπο. Το θέατρο επομένως παραμένει ως προτεραιότητα, όμως δεν είμαι από τους ανθρώπους που κάνουν πολλά σχέδια. Αν προκύψει κάτι, είναι καλοδεχούμενο, δεν θα έλεγα όχι σε οποιαδήποτε πρόταση.
Α.Κ.: Σας ευχαριστώ.
«Η πόλη» της Λούλας Αναγνωστάκη, ένα έργο επηρεασμένο από την μετεμφυλιακή ατμόσφαιρα του 1960, μιλάει προφητικά για μια πόλη που νοσεί .
Ανέβηκε πρώτη φορά από τον Κάρολο Κουν το 1965. Παρουσιάζεται σε μια νέα εκδοχή από τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Νίκο Γεωργάκη.
Οι ήρωες της «Πόλης» ο Κίμων η Ελισάβετ και ο φωτογράφος είναι πρόσωπα καθημερινά έστω και αν φαινομενικά οδεύουν σε ένα μη καθημερινό κόσμο. Αποβάλλουν την ασφυκτική πραγματικότητα που τους περιβάλλει, για να μπορούν να μιλούν για ανθρώπους και πράγματα που αγαπούν.
Πρωταγωνιστούν: Νίκος Γεωργάκης
Φιλίππα Ταμπάρη
Στέλιος Γεράνης
Kάθε Δευτέρα και Τρίτη από 12 Νοεμβρίου
Ώρα:19:45
Διάρκεια παράστασης: 75΄ (χωρίς διάλειμμα)
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Νίκος Γεωργάκης
Σκηνογραφία: Σοφία Λεγάτου
Δ. Φωτογραφίας: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
Ενδυματολόγος: Μαίρη Σακελλαρίου
Β. Σκηνοθέτη: Αλεξάνδρα Κ. Μηλιώνη
Δημόσιες Σχέσεις – Προβολή:
Μαργαρίτα Δρούτσα
mob: 6942 065888, email: mdroutsa@gmail.com,
Δημήτρης Κουκάς
mob: 6947 300609, email: d.koukas@yahoo.gr,
Θέατρο Αλκμήνη
Τιμές εισιτηρίων: Κανονικό € 12,00, Μειωμένο € 8,00
Προπώληση στο viva.gr και στο ταμείο του θεάτρου τηλ.: 210 3428650
Πρώτη δημοσίευση: Politis Online
23/11/2018